Συμμετοχή στην πρόταση μας!

Μπορείτε και εσείς αν συμφωνείτε με την πρόταση διαλόγου που παραθέτουμε να συμμετέχετε στην πρωτοβουλία μας!
Στείλτε το ονοματεπώνυμό σας στο e-mail : politikiprotovoulia@gmail.com


Η πρόταση διαλόγου θα κατατεθεί στο Συνέδριο του ΠΑ.ΣΟ.Κ. το Σάββατο 15 Μαρτίου 2008.
Όσοι θελετε να στηρίξετε την πρόταση αυτή μπορείτε να στέλνετε το ονοματεπώνυμό σας στο παραπάνω e-mail για τις επόμενες 10 μέρες(μέχρι την Παρασκευή 14 Μαρτίου 2008).

Γυναίκα και εργασία

Τα τελευταία είκοσι χρόνια η γυναίκα έχει κάνει δυναμική είσοδο στο χώρο της αγοράς εργασίας. Ο δρόμος για την οικονομική και ατομική της απελευθέρωση ήταν μακρύς και δύσκολος. Η σύγχρονη γυναίκα είναι πλέον οικονομικά ανεξάρτητη, δυναμική και χειραφετημένη. Ωστόσο εξακολουθεί να μην έχει τις ίδιες δυνατότητες και ευκαιρίες με τον άντρα. Στον αντίποδα ,λοιπόν, των πανηγυρικά θετικών αποτελεσμάτων σχετικά με την απασχόληση των γυναικών βρίσκεται η στασιμότητα μιας κατάστασης που είναι θλιβερό να επικρατεί στην εποχή του 21ου αι. Η ουσιαστική ισότητα ανδρών-γυναικών σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία θα αργήσει να έρθει. Τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα οι υψηλές θέσεις (διευθυντών, προέδρων) αποτελούν αυστηρό άβατο για τις γυναίκες. Η ίδια κατάσταση επικρατεί και στα κέντρα λήψης αποφάσεων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι εκείνο των Πολιτικών Ποινικών και Διοικητικών Δικαστηρίων που όσο πιο υψηλόβαθμα είναι τόσο λιγότερες είναι οι γυναίκες που τα ****επανδρώνουν****. Τα πρωτεία σ' αυτό τον «αγώνα αποκλεισμού των γυναικών» κατέχει ο Άρειος Πάγος στον οποίο δεν υπηρετεί ούτε μία γυναίκα. Αντιθέτως, συσσώρευση γυναικών παρατηρείται στα ειρηνοδικεία και στα διοικητικά πρωτοδικεία.

Στις μέρες μας δεν θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε την κατάσταση ευνοϊκή για τη ζωή της σύγχρονης εργαζόμενης Ελληνίδας. Ας μη ξεχνάμε πως πολλές γυναίκες ενώ πληρούν τα αντικειμενικά κριτήρια για την πρόσληψη σε μια θέση ωστόσο προτιμάται ένας άνδρας και με λιγότερα ίσως προσόντα αφού φιλοσοφία της εποχής μας είναι η μεγιστοποίηση του κέρδους με όσο το δυνατόν λιγότερο κόστος. Στην επίτευξη αυτού του σκοπού η γυναίκα αποτελεί εμπόδιο αφού ως έγκυος και αργότερα ως μάνα απαιτεί πολλές άδειες, επιδόματα και ευνοϊκή μεταχείριση. Για το λόγο αυτό, οι γυναίκες αποκλείονται από πολλές θέσεις με αποτέλεσμα να καλπάζει η γυναικεία ανεργία. Αλλά ακόμα κι αν είναι αποτελεσματικές και ανταποκρίνονται ικανοποιητικά στη δουλειά τους, δεν μπορούν να ανελιχθούν στην εργασία λόγω οικογενειακών υποχρεώσεων, ενώ οι άνδρες μπορούν ταυτόχρονα να είναι και καλοί πατέρες και καλοί στο χώρο εργασίας τους. Έτσι ακόμα και σήμερα δεν υπάρχει ουσιαστική βοήθεια στην Ελληνίδα μάνα διότι όταν έχει μικρά παιδιά δεν μπορεί να λείπει από το σπίτι αν δεν εξασφαλίσει ότι κάποιος μπορεί να τα προσέχει. Γι’ αυτό το λόγο η σύγχρονη γυναίκα είναι αναγκασμένη να πληρώνει αδρά ιδιωτικούς παιδικούς σταθμούς για να είναι σίγουρη για την ασφάλεια του παιδιού της. Αλλά ακόμα κι αν καταφέρει να βρει μια θέση σε κάποιο δημόσιο παιδικό σταθμό, αυτό δεν θα αποτελεί σημαντική λύση, αφού μια εργαζόμενη γυναίκα μπορεί να τελειώσει τη δουλειά γύρω στις τέσσερις αλλά οι δημόσιοι παιδικοί σταθμοί κλείνουν γύρω στις δύο..
Ουσιαστική λύση θα δοθεί αν η Πολιτεία σκύψει στο πρόβλημα και αποφασίσει να το αντιμετωπίσει στην ουσία του. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να επιτευχθεί με την προσαρμογή των δημόσιων Παιδικών Σταθμών στις ανάγκες των εργαζόμενων γυναικών, την ενίσχυση του ολοήμερου σχολείου όπως επίσης και η δημιουργία αθλητικών και πολιτιστικών κέντρων για να περνούν τα μεγαλύτερα παιδιά τον ελεύθερο χρόνο τους. Επίσης ένα ακόμη μέτρο που θα αποτελούσε ανάσα για τη σύγχρονη γυναίκα θα ήταν η ενίσχυση του θεσμού της εργασίας από το σπίτι καθώς και η παροχή κινήτρων από το κράτος για την ανάπτυξη της γυναικείας επιχειρηματικότητας.

Θα πρέπει όλοι και όλες μας να συνειδητοποιήσουμε πως η πορεία προς μια σύγχρονη, δημοκρατική και δίκαιη κοινωνία θα επιτευχθεί όταν αντιληφθούμε τους ρόλους των δύο φύλων ως συμπληρωματικούς και όχι ανταγωνιστικούς, όταν επιδιώξουμε νέους τρόπους διαπαιδαγώγησης των νέων που να συμβαδίζουν με τη νέα κοινωνική φιλοσοφία των ίσων ευκαιριών.

Οικογενειακός Προγραμματισμός, Αντισύλληψη, Άμβλωση, Μητρότητα, Οικογένεια και η προστασία τους

Από τα μέσα της δεκαετίας του '70 το γενικό κλίμα στη χώρα μας φαίνεται να είναι έτοιμο να δεχτεί και να προωθήσει νέες ιδέες που θα εξασφάλιζαν την απελευθέρωση της γυναίκας σε ζητήματα όπως αυτά της σεξουαλικότητας και της αναπαραγωγικής διαδικασίας. Οι γυναίκες της εποχής εκείνης, καθώς και τα κινήματα που την εκπροσωπούσαν αντιλήφθηκαν την ανάγκη για ριζικές αλλαγές στους νόμους και στη νοοτροπία τόσο των ανδρών όσο και των γυναικών. Θεωρούσαν σημαντικό εκτός απ' την ισότητα και το σεβασμό απ' την πλευρά του άνδρα, να κερδίσουν τον αυτοσεβασμό τους και να συνειδητοποιήσουν την αξία, τα δικαιώματα και τους ρόλους που μπορούν αλλά και οφείλουν να αναλάβουν μέσα στη σύγχρονη κοινωνία

Σημαντικό βήμα προς την παραπάνω κατεύθυνση θα μπορούσε να χαρακτηριστεί η τροποποίηση του Οικογενειακού Δικαίου το 1983. Με το άρθρο 1387 θεσπίζει ότι «Οι σύζυγοι αποφασίζουν από κοινού για κάθε θέμα του συζυγικού βίου», καταργώντας έτσι την πατριαρχική οικογένεια. Μερικές ακόμη θέσεις του νέου Οικογενειακού Δικαίου είναι η τοποθέτηση της γονικής μέριμνας ως υποχρέωση και δικαίωμα και των δύο γονιών, η πιστοποίηση ότι τα εξώγαμα παιδιά είναι εξίσου νόμιμα με όσα γεννιούνται εντός γάμου, ενώ θίγει και τα ζητήματα της λύσης γάμου και του μοιράσματος της κοινής περιουσίας του ζευγαριού.

Επιπλέον, οι σύζυγοι κρατούν πλέον το πατρικό τους επώνυμο, καταργείται η προίκα ενώ η ενηλικίωση ορίζεται στα 18 χρόνια και η εκπαίδευση και ανατροφή δεσμεύεται ως ανεξάρτητη του φύλου.

Ένα ζήτημα που απασχολεί ιδιαίτερα τη σύγχρονη Ελληνίδα είναι αυτό της μητρότητας. Η μητρότητα είναι αναφαίρετο δικαίωμα αλλά και προνόμιο για κάθε γυναίκα. Το ζήτημα είναι ότι οι ελλείψεις, η κακή οργάνωση και η σχετική αδιαφορία που φαίνεται να υπάρχει σε πολλά επίπεδα απ' την πλευρά των κρατικών, πολιτειακών και λοιπών φορέων, θέτουν στη γυναίκα-μητέρα προβλήματα σε ποικίλους τομείς. Είναι αναγκαίο να δοθεί η απαραίτητη προσοχή στο θέμα της μητρότητας, ώστε να μην αποτελεί εμπόδιο ή ανασταλτικό παράγοντα στην προσπάθεια κατάκτησης ισοτιμίας ανάμεσα στα δύο φύλα. Σημαντικό είναι να παρέχεται στις μητέρες η δυνατότητα κοινωνικής ασφάλισης και προστασίας της εγκυμοσύνης τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα, ώστε να πάψουν να αντιμετωπίζουν εμπόδια στην εργασία και στην εργασιακή ανέλιξή τους.

Εκτός όμως απ' την προστασία της οικογένειας και της μητρότητας, οι νέες συνθήκες της κοινωνίας επιζητούν την παρέμβαση του κράτους σε διάφορους ακόμη τομείς. Η γυναίκα είναι χειραφετημένη και έχει κάνει την είσοδό της στην αγορά εργασίας. Αυτό, σε συνδυασμό με τους διαφοροποιημένους και πιο γρήγορους ρυθμούς ζωής, την ενασχόληση με την προσωπική καλλιέργεια και την καριέρα στο χώρο της εργασίας, δημιούργησαν στα νέα άτομα την τάση να παρατείνουν χρονικά τη στιγμή που θα αποφασίσουν να κάνουν οικογένεια. Έτσι λοιπόν, γεννήθηκε η ανάγκη εξοικείωσης με τα ζητήματα του οικογενειακού προγραμματισμού, της αντισύλληψης και, πιο έντονα, της νομιμοποίησης των αμβλώσεων. Η άμβλωση βέβαια είναι ένα θέμα πολύ πιο σύνθετο. Δεν σχετίζεται απλά με τον οικογενειακό προγραμματισμό, αλλά με το δικαίωμα της κάθε γυναίκας να διαθέτει και να διαχειρίζεται το σώμα της με τον τρόπο που εκείνη θεωρεί ως βέλτιστο.

Στην Ελλάδα αυτό έγινε πραγματικότητα με νόμο που προτάθηκε κατόπιν συνεργασίας του Υπουργείου Δικαιοσύνης και του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας και που ψηφίστηκε το 1986. Πριν απ' αυτό και εφόσον η άμβλωση αντιμετωπιζόταν σαν ποινικό αδίκημα που προέβλεπε σαν τιμωρία 3 χρόνια φυλάκισης για τη γυναίκα που την έκανε και 10 χρόνια φυλάκισης για το πρόσωπο που της παρείχε τα μέσα για να πραγματοποιηθεί η άμβλωση. Επίσης παράνομη άμβλωση σαφώς συνεπάγεται την έλλειψη ασφαλιστικής προστασίας, ενώ, επιπλέον, οι συνθήκες κάτω απ' τις οποίες λάμβανε χώρα τις περισσότερες φορές, έθεταν σε κίνδυνο την υγεία ή και τη ζωή ακόμη της όποιας εγκύου αποφάσιζε να προβεί σ' αυτή την ενέργεια. Και επιπλέον, ήταν σύνηθες το φαινόμενο της οικονομικής εκμετάλλευσης των γυναικών που βρίσκονταν στην ανάγκη ή τη διάθεση να σταματήσουν να κυοφορούν, αφού τα ποσά που τους ζητούσαν ήταν μεγάλα.


Μετά τη νομιμοποίησή της ήρθε η ιατρική προστασία για τις γυναίκες και ακόμη, εφόσον υπήρχαν οι απαιτούμενες ιατρικές εγγυήσεις, και η ασφαλιστική τους κάλυψη.
Συμπερασματικά θα μπορούσαμε να πούμε πως η πολιτεία έχει μεριμνήσει θεσμικά για την κάλυψη βασικών ζητημάτων που αφορούν τη γυναίκα και την αυτοδιάθεσή της όμως οφείλει να διατηρεί μια στάση εγρήγορσης, να αφουγκράζεται τις ανάγκες της εποχής και να μη μένει στην τυπική κατοχύρωση των δικαιωμάτων των γυναικών. Το ζήτημα δεν είναι απλά και μόνο η ύπαρξη ενός νομοθετικού πλαισίου. Σίγουρα η θέση της γυναίκας την τελευταία εικοσαετία έχει βελτιωθεί σημαντικά όμως απαιτείται μια πιο ώριμη ενασχόληση με το θέμα καθώς υπάρχουν περιπτώσεις που ο νόμος αφήνει ακόμα περιθώρια για τον περιορισμό της γυναικείας βούλησης. Έτσι μαζί με νομιμοποίηση των αμβλώσεων η πολιτεία όφειλε να αναπτύξει ένα πρόγραμμα ενημέρωσης σε θέματα οικογενειακού προγραμματισμού και αντισύλληψης και να τα εντάξει στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση καθώς στατιστικά στις ηλικίες αυτές παρατηρούνται τα μεγαλύτερα ποσοστά αμβλώσεων, οι οποίες πολλές φορές γίνονται χωρίς τη θέληση των ίδιων των επιτόκων

Γυναίκα και πολιτική

Ένα ζήτημα που θα μπορούσαμε μεν να χαρακτηρίσουμε ως κύριο, αλλά για το οποίο δε, λείπουν εκτενείς ή και συχνές αναφορές, είναι αυτό της συμμετοχής των γυναικών στην πολιτική ζωή.


Από νομικής άποψης, οι Ελληνίδες δεν είχαν εκλογικά δικαιώματα ως και τις τρεις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα. Το 1930, μέσω υπουργικής απόφασης, τους δόθηκε το δικαίωμα ψήφου στις βουλευτικές και κοινοτικές εκλογές, αλλά μόνο σε όσες ήταν εγγράμματες και είχαν συμπληρώσει το 30ο έτος της ηλικίας τους. Το δικαίωμα εφαρμογής του «εκλέγεσθαι» εμφανίζεται στη χώρα μας 4 χρόνια μετά. Από τότε μέχρι σήμερα η συμμετοχή της Ελληνίδας αλλά και της γυναίκας γενικότερα, στην πολιτική ζωή και τους φορείς εξουσίας, είναι αρκετά περιορισμένη, ενώ η στάση της κρίνεται εν μέρει και ως «διστακτική». ο άνδρας κυριαρχεί στην πολιτική ζωή και παραγκωνίζει τη γυναίκα. Το ποσοστό των γυναικών στους οπαδούς και υποψηφίους των πολιτικών κομμάτων είναι μικρό σε σχέση με των ανδρών. Στους καταλόγους των πολιτικών κομμάτων ο αριθμός των εγγεγραμμένων γυναικών είναι πολύ μικρός σε σχέση με αυτόν των ανδρών, ενώ πολλές αποφεύγουν να εκδηλώνονται. Μικρό ποσοστό γυναικών εκπροσώπων βρίσκεται και στα εθνικά όπως και στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο. Στις συνδικαλιστικές οργανώσεις, αν και έχουν φτάσει ως τις ανώτατες βαθμίδες, ο αριθμός τους επιμένει να είναι περιορισμένος Πώς όμως ερμηνεύεται το γεγονός ότι ο πολιτικός ορίζοντας των γυναικών διαγράφεται χλωμός; Θεωρητικά, αφού το μεγαλύτερο ποσοστό των εκλογέων είναι γυναίκες, εάν οι γυναίκες είχαν ίσες δυνατότητες να ασκήσουν τα πολιτικά τους δικαιώματα, τότε τα ποσοστά των γυναικών στο κοινοβούλιο θα έπρεπε να ήταν ίδια περίπου με των ανδρών. Η θεωρία, στη συγκεκριμένη περίπτωση, δεν επιβεβαιώνεται απ' την πράξη. Αναζητούμε τις αιτίες πρώτα στην πολιτική σκέψη και συμπεριφορά της γυναίκας, την οποία συνήθως σχετίζει με τις υποχρεώσεις και τις ευθύνες της στον οικογενειακό, κοινωνικό και επαγγελματικό τομέα. Επίσης, αν λάβουμε υπ' όψιν ότι δεν έχει λάβει την κατάλληλη πολιτική παιδεία και δεν έχει συνειδητοποιήσει πως ως ψηφοφόρος διαθέτει το μέσο και τη δύναμη να προκαλέσει κοινωνικές αλλαγές. Ακόμη, οι προκαταλήψεις συνεχίζουν να την ακολουθούν και ως ένα βαθμό, με τη στάση της, τις αποδέχεται και παράλληλα αποδέχεται και την πολιτική που δημιουργούν οι άνδρες. Πριν όμως τις κατηγορήσουμε για απάθεια, ας αναλογιστούμε και τις αυξημένες υποχρεώσεις τους (οικογενειακές, επαγγελματικές) που δεν τις αφήνουν τον απαραίτητο χρόνο που απαιτείται να διαθέσει όποιος θέλει να εκλεγεί και να ασχοληθεί με τα πολιτικά θέματα.
Η πολιτεία στο σημείο αυτό οφείλει στα πλαίσια διαμόρφωσης μιας δίκαιης κοινωνίας ίσων ευκαιριών να παρέμβει και να δώσει την απαραίτητη ώθηση (ουσιαστικός ρόλος της ποσόστωσης) και ενθάρρυνση (άρση των προκαταλήψεων) στις γυναίκες να δουν πιο σοβαρά το ρόλο τους ως πολιτικά όντα και να επιδιώξουν την πιο ενεργή συμμετοχή και υποστήριξή τους στα κέντρα εξουσίας και λήψης αποφάσεων

Γυναίκα ,η θέση της στην κοινωνία και τα σύγχρονα αιτήματα

Στην παγκόσμια ιστορία οι αγώνες των γυναικών για την υπεράσπιση και την υποστήριξη των δικαιωμάτων τους κατέχουν μια ιδιαίτερα σημαντική θέση. Η διαδρομή για την εξασφάλιση και την κατοχύρωση της ισοτιμίας ανάμεσα στα δύο φύλα δικαίως αντιμετωπίστηκε απ' τις γυναίκες ως μια υπόθεση που «κατακτιέται, δεν κερδίζεται»



Τα ατομικά δικαιώματα


Το πόσο εύκολα, σε ποιο βαθμό και με ποιον τρόπο οι διάφορες φεμινιστικές ιδέες πέρασαν ή, πολύ περισσότερο, εδραιώθηκαν στις διαφορετικές κοινωνίες, εξαρτάται σημαντικά από τη νοοτροπία, την κουλτούρα και τις αντιλήψεις που ήδη υπάρχουν και χαρακτηρίζουν κάθε χώρα, κάθε κοινωνία και κάθε φυλή. Έτσι λοιπόν, εξηγείται το γιατί η πορεία για την ισοτιμία δεν εξελίχθηκε ούτε ανάλογα ούτε γραμμικά σ' όλα τα μήκη και πλάτη της γης.


Επίσης, οι γυναίκες, μέσα στην οργανωμένη τους δράση, είχαν και ακόμη έχουν να αντιμετωπίσουν το ζήτημα των κοινωνικών προσδοκιών. Πιο αναλυτικά, όταν αναφερόμαστε στις κοινωνικές προσδοκίες εννοούμε το σύνολο των αναμενόμενων χαρακτηριστικών και συμπεριφορών που καλείται καθένας μας να υιοθετήσει στη ζωή του, ανάλογα με το τι απαιτεί η κοινωνία στην οποία ζει, από αυτόν. Αναμφίβολα, ένας κύριος παράγοντας που καθορίζει αυτού του τύπου τις προσδοκίες είναι το φύλο. Οι κοινωνικές προσδοκίες, βέβαια, τείνουν να ενισχύονται από τα διάφορα πρότυπα εικόνας και συμπεριφοράς που κυριαρχούν σε κάθε κοινωνία, ιδιαιτέρως μέσω του τύπου και της τηλεόρασης. Έτσι, συχνότατο φαινόμενο είναι το μοντέλο της γυναίκας που πλασάρεται μέσα από τις διαφημίσεις να είναι αφενός περιοριστικό και αφετέρου έντονα υποτιμητικό και απαρχαιωμένο, αφού συνήθως εμφανίζεται ως η νοικοκυρά του σπιτιού, με την ευθύνη των παιδιών ή θα προβάλλεται ως υποκείμενο και σύμβολο σεξουαλικής έκφρασης.. Το βαθμό λοιπόν που τα πρότυπα αυτά επηρεάζουν την άποψη για τη θέση της γυναίκας μέσα στην κοινωνία, για τις ικανότητες και την αξία της, βάλθηκαν να μειώσουν και να εξαλείψουν οι γυναίκες μέσα από δραστηριότητές τους στη δραστηριότητές τους στη διάρκεια της σύγχρονης ο ιστορίας. Παρόλα τα εμπόδια που συνάντησε και συναντά η γυναίκα, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε τα μεγάλα άλματα που έχει κάνει για την υπεράσπιση των ατομικών της δικαιωμάτων. Είναι αυτόνομη, έχει το δικαίωμα της αμειβόμενης εργασίας, είναι οικονομικά ανεξάρτητη, δικαιούται να διαθέτει και να διαχειρίζεται όπως θέλει το σώμα της, μορφώνεται, σπουδάζει, αποκτά εμπειρίες και επαγγελματική ειδίκευση, συμμετέχει στην πολιτική και τα κοινά, είναι συνταγματικά και νομικά κατοχυρωμένη.
Βέβαια, όμως, η παραπάνω περιγραφή δεν αντανακλά απόλυτα την πραγματικότητα, αφού παρ' όλες τις σπουδαίες κατακτήσεις η γυναίκα εξακολουθεί να υφίσταται σε διάφορες περιπτώσεις την κακοποίηση, σωματικής και ψυχικής φύσης, απ' την πλευρά του άνδρα, την απαξίωση και την υποτίμηση του «εγώ» της.
Έτσι ενώ υπάρχει θεσμική κατοχύρωση των δικαιωμάτων των γυναικών τόσο σε εργασιακό όσο και σε ατομικό επίπεδο δεν λείπουν οι βάναυσες ενέργειες βάρος τους. Μεγάλο ποσοστό γυναικών ομολογεί ότι έχει δεχτεί σεξουαλική παρενόχληση στο χώρο της δουλειάς, ενώ το παζλ έρχονται να συμπληρώσουν τα όχι σπάνια γεγονότα των βιασμών ή της κακοποίησης, ακόμη και μπροστά στα παιδιά τους. Βέβαια το συγκεκριμένο θέμα αποτέλεσε αντικείμενο προβληματισμού από την κυβέρνηση του Π.Α.Σ.Ο.Κ. ήδη από το 1984 όπου και προχώρησε στην ψήφιση του νόμου αναφορικά με το βιασμό. Ήταν ομολογουμένως μια προοδευτική κίνηση αλλά όχι τόσο αποτελεσματική από ότι μας έδειξε η ιστορία αφού πολλές γυναίκες φαίνονται να διστάζουν να καταγγείλουν ανοιχτά γεγονότα, όπως ξυλοδαρμούς ή όποιου είδους κακοποίηση σε βάρος τους, ίσως ακόμη και από ντροπή - αδικαιολόγητη βέβαια, αφού όντας στη θέση του θύματος την ευθύνη τη φέρει ο θύτης και όχι αυτές - ειδικά όταν τα περιστατικά αφορούν άτομα του οικογενειακού περιβάλλοντος (σύζυγος, πατέρας, σύντροφος, αδελφός κ.λ.π.).έτσι πολλές γυναίκες θέλοντας να αποφύγουν να φτάσουν τις υποθέσεις τους στα δικαστήρια, απευθύνονται στον εισαγγελέα ακροάσεων, για τη συμβολή του σε θέματα κακοποίησης ή κακομεταχείρισης απ' την πλευρά του συζύγου, και αρκούνται στις συστάσεις που αυτός θα τους απαγγέλλει.


Με βάση λοιπόν την παραπάνω κατάσταση καθίσταται σαφής η αναγκαιότητα σχεδίασης και εφαρμογής ενός συνδυαστικού πολιτικού πλάνου που θα περιλαμβάνει νομοθετική αλλά και κοινωνική κάλυψη καθώς ένα τόσο ευαίσθητο θέμα δεν μπορεί να λυθεί απλά και μόνο με την θέσπιση σχετικού νόμου αλλά απαιτείται η άσκηση μιας γενικότερης κοινωνικής πολιτικής που στόχο θα έχει την ευαισθητοποίηση των πολιτών σε τέτοιου είδους θέματα που ακόμα και στις μέρες μας εξακολουθούν να αποτελούν ταμπού για την κοινωνία μας.

Τοπική Αυτοδιοίκηση και Νεανική Συμμετοχή

Αυτό που αναζητά η ελληνική κοινωνία δεν είναι τίποτα άλλο από μία ριζική ανανέωση στην πολιτική ζωή της χώρας. Αναζητά ένα νέο κοινοβουλευτικό πολιτισμό. Προσβλέπει σε μία τολμηρή περιφερειακή συγκρότηση με την παράλληλη δημιουργία μιας επιτελικής κυβέρνησης απόλυτα επικεντρωμένης στο στρατηγικό σχεδιασμό, στην αναβάθμιση και ενίσχυση των ανεξάρτητων αρχών, σε μία Δημόσια Διοίκηση προσηλωμένη στην αποτελεσματικότητα προς όφελος του πολίτη. Αναζητά την εμπέδωση της διαφάνειας και τη ριζική αντιμετώπιση της διαφθοράς, στη βελτίωση της απονομής της δικαιοσύνης.

Για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός, κρίνεται αναγκαία τόσο η συμμετοχή του συνόλου των κοινωνικών δυνάμεων, όσο και του κάθε πολίτη ξεχωριστά. Προϋπόθεση της ανάπτυξης είναι η δημοκρατία της συμμετοχής. Η δημοκρατία της συμμετοχής διαπαιδαγωγεί τους πολίτες να εμπιστεύονται τις δυνάμεις τους και να αναλαμβάνουν την ευθύνη που τους αναλογεί έναντι του κοινωνικού συνόλου. Γιατί μόνο στη βάση της ευρύτερης συναίνεσης, μόνο με ενεργητική νομιμοποίηση και όχι πια με παθητική αποδοχή, μπορεί η ελληνική κοινωνία να απαντήσει στην ιστορική πρόκληση της νέας εποχής. Μόνο αν ο πολίτης αποκτήσει την αίσθηση ότι ανήκει σε μία συνεκτική, δημοκρατική και ανοιχτή κοινωνία θα ταυτιστεί με ένα στόχο που ενσωματώνει, αλλά και υπερβαίνει τις προσωπικές επιδιώξεις του καθενός μας. Μόνο αν ο πολίτης γίνει συμμέτοχος στη διαμόρφωση των συλλογικών στόχων, στη χάραξη, άσκηση και έλεγχο των δημόσιων πολιτικών, θα αναλάβει την ευθύνη που του αναλογεί. Μόνο η συμμετοχή του πολίτη, η πεποίθησή του ότι η ανανέωση της πολιτικής αποτελεί και δική του υπόθεση, η πίστη του ότι με συλλογική προσπάθεια είναι εφικτή η επίτευξη του στόχου, θα επιτρέψουν μια διακυβέρνηση αντάξια των οραμάτων και των στόχων της κοινωνίας μας. Τα μεγάλα προβλήματα δεν λύνονται μόνο από το κράτος ή την αγορά. Λύνονται από την ενεργή δράση πολιτών που έχουν γνώσεις και αποφασίζουν να προωθήσουν λύσεις. Το ερώτημα που καλούμαστε να απαντήσουμε είναι αν οι σημερινές, υφιστάμενες δομές είναι ικανές να διασφαλίσουν αυτό το νέο εγχείρημα. Μία σειρά από ριζοσπαστικές αλλαγές σε όλους τους θεσμούς της διακυβέρνησης, στη δομή και τη λειτουργία του κράτους, τόσο στο σύστημα κοινωνικής διαβούλευσης, όσο και στο ίδιο το πολιτικό σύστημα .

Εμείς, οι νέοι σοσιαλιστές επιδιώκουμε τη σύγκρουση με κάθε αντίληψη και νοοτροπία που επιθυμεί τη διατήρηση του status quo στην τοπική αυτοδιοίκηση. Δεν θα διστάσουμε να σταθούμε απέναντι σε αυτούς που επιθυμούν να παραμένει αυτή η μεγάλη υπόθεση δεμένη στο άρμα του παρελθόντος και της αντιδραστικότητας. Θα πούμε ένα μεγάλο όχι στη λογική της συντήρησης, του λαϊκισμού και του αναχρονισμού.

Κοιτώντας μπροστά και τραβώντας στο μέλλον την ελληνική κοινωνία θέλουμε και τολμούμε τις μεγάλες και αναγκαίες ρήξεις στον τομέα της αυτοδιοίκησης. Στο πλαίσιο μιας βαθιάς προοδευτικής και ριζοσπαστικής πολιτικής στοχεύουμε στον ουσιαστικό επαναπροσδιορισμό της. Στοχεύουμε στην αυθεντική μεταρρύθμιση του θεσμού με άξονα τη διεθνή και ευρωπαϊκή πραγματικότητα, το μέλλον και τις ανάγκες της κοινωνίας μας.

Θέση μας είναι η ουσιαστική αποκέντρωση και περιφεριοποίηση του κεντρικού κράτους, προσαρμοσμένη στην εσωτερική μας πραγματικότητα. Σε δευτεροβάθμιο επίπεδο πιστεύουμε στη νέα κατάτμηση της χώρας σε βιώσιμες περιφέρειες και την άμεση εκλογή του Περιφερειάρχη από το λαό. Τη δυνατότητα διαμόρφωσης Δημόσιας Πολιτικής από την Περιφέρεια σε ζητήματα όπως η παιδεία, το περιβάλλον, η πολιτική προστασία, οι συγκοινωνίες, η μεταναστευτική πολιτική, η αναπτυξιακή πολιτική, η κοινωνική πρόνοια, η νεολαία. Τη διαμόρφωση, ακόμη, γενικής οικονομικής πολιτικής θέτοντας έτσι τη βάσης για την πραγματική φορολογική αποκέντρωση.

Επιδιώκουμε την κυριολεκτική ενδυνάμωση των Δήμων και των Κοινοτήτων της χώρας ώστε να λειτουργούν και να δρουν ως αληθινοί εκφραστές της άμεσης δημοκρατίας και όχι ως παρακλάδια του κεντρικού κράτους. Στο πλαίσιο αυτό οραματιζόμαστε τη μεταφορά σε αυτούς όλων εκείνων των αρμοδιοτήτων που η κοινωνική λειτουργικότητα απαιτεί και μπορούν πράγματι να φέρουν σε πέρας προς όφελος της καθημερινότητας των πολιτών. Ακόμη, να δημιουργηθούν οι κατάλληλες προϋποθέσεις ώστε να καταστούν οικονομικά ανεξάρτητοι φορείς της πολιτικής ζωής και κατά συνέπεια κέντρα παραγωγής και δημιουργίας. Να δοθεί δηλαδή τέλος στην επαιτεία των Δήμων και να τους παρασχεθούν οι δυνατότητες που απαιτούνται για να ανταποκριθούν στις προκλήσεις της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας.

Ζητούμε την άμεση διεύρυνση της συμμετοχής των πολιτών στα αυτοδιοικητικά δρώμενα. Είμαστε απόλυτα πεπεισμένοι πως η κοινωνική πρόοδος και ανάπτυξη δεν μπορούν να γίνουν χωρίς την κοινωνία. Δημοψηφίσματα, άνοιγμα των διοικητικών οργάνων στους πολίτες, συμμετοχικές διαδικασίες είναι μερικά μόνο από τα μέτρα που θα συνέβαλλαν στην ενίσχυση του δημοκρατικού χαρακτήρα της αυτοδιοίκηση και της εμπιστοσύνης των πολιτών απέναντί της. Μια ενίσχυση απολύτως αυτονόητη στις ανεπτυγμένες κοινωνίες της δύσης και άκρως αναγκαία για τη χώρα μας.

Η Ελλάδα είναι το πλέον συγκεντρωτικό κράτος στην Ευρωπαϊκή Ένωση των 25.

Ο συγκεντρωτισμός αυτός αποτελεί το σοβαρότερο εμπόδιο στην ανάπτυξη και την ευημερία του τόπου.

Απαιτούνται ρήξεις και τομές και όχι δειλές, άτολμες και θολές μεταρρυθμίσεις.

· Μεγάλοι και ισχυροί Δήμοι, ικανοί να αποτελέσουν αυτόνομες και αυτοτελείς διοικητικές και προγραμματικές μονάδες

· Περιφερειακή αυτοδιοίκηση, με αιρετό περιφερειάρχη και βασική της αποστολή την ανάπτυξη

· Μητροπολιτική διακυβέρνηση δεύτερου βαθμού για Αθήνα και Θεσσαλονίκη, με βασική αποστολή την ποιότητα ζωής και την ανταγωνιστικότητα των δύο πόλεων

· Φορολογική αποκέντρωση με στόχο την πραγματική αυτοδιοίκηση αλλά και την κοινωνία της ευθύνης

· Σύγχρονο επιτελικό κράτος, ικανό να εγγυηθεί το μέλλον της χώρας στις συνθήκες της παγκοσμιοποίησης

· Έλεγχος και διαφάνεια παντού

· Συμμετοχή του πολίτη στις αποφάσεις που τον αφορούν.

Είναι νομίζω καθαρό ότι δεν μιλάμε για την ικανοποίηση κάποιων αιτημάτων της αυτοδιοίκησης.

Μιλάμε για το σύγχρονο κράτος.

Είναι το μεγάλο πολιτικό διακύβευμα της χώρας μας.

Η αποκέντρωση και η αυτοδιοίκηση είναι κλειδιά, είναι προϋποθέσεις για να απαντήσουμε πειστικά στις μεγάλες προκλήσεις της εποχής μας, στην απαίτηση των πολιτών.

Αποκέντρωση και αυτοδιοίκηση αποτελούν θεμελιώδεις προϋποθέσεις για την περιφερειακή ανάπτυξη.

Αν κοιτάξουμε πίσω από την κουρτίνα τις κατανομές του ΑΕΠ θα διαπιστώσουμε ότι το χάσμα μεταξύ κέντρου και περιφέρειας διαρκώς διευρύνεται. Οι αριθμοί δε λένε την αλήθεια. Αρκεί να συμπεριλάβει κανείς στο ΑΕΠ της Αττικής την περιοχή των Οινοφύτων που πλασματικά φορτώνεται στη Στερεά Ελλάδα και τις Κυκλάδες που αποτελούν τη δεύτερη κατοικία των κατοίκων των λεκανοπεδίου.

Αν έτσι μετρήσουμε το ΑΕΠ τότε θα δούμε κατάματα την αλήθεια. Γι΄ αυτό η κατανομή του Δ΄ ΚΠΣ με έμφαση στην περιφέρεια από μόνη της δε λέει τίποτα. Η περιφερειακή ανάπτυξη χρειάζεται πρώτα από όλα ισχυρά υποκείμενα.

Ισχυρούς, δηλαδή, αποκεντρωμένους θεσμούς τοπικής και περιφερειακής αυτοδιοίκησης.

1. Είναι αναγκαία η προώθηση του προγράμματος «Καποδίστριας ΙΙ». Στο πρώτο «Καποδίστρια», τοπικές ιδιαιτερότητες, ιδιομορφίες και σκοπιμότητες εμπόδισαν την πλήρη εφαρμογή του πνεύματος του προγράμματος. Στόχος του «Καποδίστρια ΙΙ» θα πρέπει να είναι η δημιουργία ισχυρών και βιώσιμων Δήμων, οι οποίοι θα πρέπει να είναι σε θέση να προσφέρουν σύγχρονες υπηρεσίες στους Δημότες τους, θα έχουν το κατάλληλο υπαλληλικό προσωπικό και θα είναι σε θέση να ορίσουν τις Αναπτυξιακές ανάγκες του τόπου τους και να προωθήσουν τις απαραίτητες ενέργειες για την υλοποίηση τους.

2. Η αποκέντρωση της φορολογικής εξουσίας είναι ο δρόμος που μας οδηγεί στην αυτοδιοίκηση αλλά και την κοινωνία της ευθύνης. Κυρίως όμως δίνει στην έννοια της διαφάνειας την πραγματική της υπόσταση. Ο πολίτης ξέρει που πάνε τα χρήματα του. Πώς επενδύονται και πώς αξιοποιούνται.

3. Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης όλες οι δημόσιες πολιτικές οφείλουν να υπηρετούν ως πρώτιστο στόχο, την αποτελεσματικότητα. Είναι γεγονός ότι η αποκέντρωση και αυτοδιοίκηση είναι συνώνυμα της αποτελεσματικότητας.

4. Το ζήτημα του επιτελικού κράτους δεν είναι ζήτημα μείωσης του αριθμού των Υπουργείων. Είναι πρώτα από όλα ζήτημα προσανατολισμού. Στη σημερινή εποχή ολοένα και περισσότερες αποφάσεις που αφορούν το παρόν και το μέλλον λαμβάνονται σε υπερεθνικά κέντρα. Χρειαζόμαστε κεντρική κυβέρνηση με κυρίαρχο προσανατολισμό την εξωστρέφεια γιατί εκεί διακυβεύονται τα συμφέροντα της χώρας. Δε χρειαζόμαστε κυβερνήσεις που είναι αρμόδιες για 300 χιλιόμετρα οδικού δικτύου στην Αττική, όπου ανάμεσα στ΄ άλλα φροντίζουν να ποτίζουν τις νησίδες και να αλλάζουν και τις λάμπες.

5. Αποκέντρωση, αυτοδιοίκηση, συμμετοχή είναι βασικές επιλογές για να φτάσουμε στην κοινωνία της ευθύνης. Η λογική της ήσσονος προσπάθειας, οι πελατειακές λογικές και η εξατομικευμένη προσέγγιση όλων των ζητημάτων, η κοινωνία των τηλεθεατών πρέπει να λάβουν τέλος. Οι Έλληνες πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι πρέπει να δουλέψουμε σκληρά για να διατηρήσουμε και να επεκτείνουμε την ευημερία του τόπου. Δεν υπάρχει αυτόματος πιλότος. Ο μεγάλος πατερούλης που ακούει στο όνομα κράτος πνέει τα λοίσθια.

Με μια τέτοια ματιά στα πράγματα είναι προφανές ότι αποκέντρωση και αυτοδιοίκηση μπορεί και πρέπει να αποτελέσουν το κεντρικό πολιτικό ζητούμενο ενός μεγάλου κύματος μεταρρυθμίσεων.

Το στοίχημα είναι δύσκολο γιατί υπάρχουν τεράστιες δυνάμεις αδράνειας.

Συμφέροντα καλώς και κακώς νοούμενα, κοινωνικές συμπεριφορές, μειωμένη αξιοπιστία των θεσμών, υπερσυγκέντρωση πλούτου, δύναμης και ανθρώπων σε έναν τόπο που πολώνει ολοένα και περισσότερο το δημόσιο διάλογο της χώρας σε δευτερεύοντα ζητήματα.

Δεν υπάρχει όμως άλλος δρόμος.

Εμείς πιστεύουμε ότι χρειάζεται μια βαθιά μεταβολή στη διοίκηση και το κράτος.

Χωρίς αυτή τη μεταβολή η ευκταία και η επιθυμητή από όλους κίνηση της Ελλάδας προς τα μπρος όχι μόνο δεν είναι εφικτή αλλά δεν μπορεί καν να νοηθεί.

Η διαμορφωμένη κατάσταση αποτελεί ανυπέρβλητο εμπόδιο στο δρόμο για ανάπτυξη, για ποιότητα ζωής, για περισσότερη δημοκρατία.

Οι μεγάλες τομές χρειάζονται εγγύηση από το υψηλότερο δυνατό επίπεδο γιατί το υφιστάμενο σύστημα είναι παντοδύναμο και τις ακυρώνει. Έτσι γίνονται οι μεγάλες τομές. Έτσι μπορούμε να οδηγηθούμε σε ένα σύγχρονο κράτος

Όσον αφορά τώρα την συμμετοχή των νέων στην αυτοδιοίκηση. Ο κύριος θεσμός που προάγει αυτήν την συμμετοχή είναι Τα Τοπικά Συμβούλια Νεολαίας (ΤΟΣΥΝ) πρώην ΔΗΣΥΝ.

Τα ΔΗΣΥΝ είναι ένας θεσμός ενεργητικής συμμετοχής των νέων, με πρωτοβουλίες και δράσεις των νέων σε επίπεδο δήμου. Τα πρώτα ΔΗΣΥΝ άρχισαν να δημιουργούνται περίπου το 1990 και καθιερωθήκαν αργότερα επί κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ. Τα πρώτα ΔΗΣΥΝ αποτελούνταν από εκπροσώπους φορέων του εκάστοτε δήμου (πολιτιστικοί σύλλογοι, 15μελή σχολείων, αθλητικοί σύλλογοι κτλ.). Έπειτα από πολλά χρόνια προσπαθειών ήρθε η πολυπόθητη θεσμοθέτηση τους, αλλάζοντας την αρχική φυσιογνωμία τους. Τα ΔΗΣΥΝ μετατράπηκαν σε ΤΟΣΥΝ τα μέλη των οποίων προέρχονται από εγγραφές στον δήμο.

Δυστυχώς η Ν. ΠΑΣΟΚ καπέλωσε όλα τα προηγούμενα χρόνια τον θεσμό των ΔΗΣΥΝ, με οργανωτικούς όρους προσπαθούσε να ‘στήνει’ και να ‘ελέγχει’ τα Συμβούλια Νεολαίας χάνοντας την ουσία τους. Το ίδιο λάθος δυστυχώς κινδυνεύει να γίνει και τώρα.

Υπάρχει ο κίνδυνος η εκλογική διαδικασία για την ανάδειξη των ΤΟΣΥΝ να καταλήξει σε μία απολίτικη οργανωτίστικη μάχη μεταξύ ΟΝΝΕΔ και Ν.ΠΑΣΟΚ, ιδιαίτερα τώρα που υπάρχει και το ‘φιλέτο της χρηματοδότησης’.

Για να αποφύγουμε αυτό το φαινόμενο πρέπει η Ν.ΠΑΣΟΚ σε αυτόν τον θεσμό να βγει μπροστά με όρους κοινωνίας, πρέπει να ξεφύγουμε από την λογική του μικρού και ελεγχόμενου σώματος, να βγούμε και να μιλήσουμε στους νέους, σε όλους τους χώρου που δραστηριοποιούνται, σχολεία, πανεπιστήμια, χώροι δουλειάς και να τους κάνουμε συμμέτοχους.

Η συμμετοχή των νέων πέρα από διαχωριστικές γραμμές και οργανοτίστικους όρους μακροπρόθεσμα θα βοηθήσει την ανάπτυξη ενός προοδευτικού κινήματος στην τοπική αυτοδιοίκηση.

Από εκεί και έπειτα μπορούμε να δώσουμε τον αγώνα μας για την περαιτέρω μετεξέλιξη των συμβουλίων Νεολαίας. Κακά τα ψέματα και αυτός ο νέος θεσμός δεν είναι τόσο συμμετοχικός για τους νέους, Από τις εγγραφές στα μητρώα μελών αποδείχτηκε ότι η συμμετοχή των νέων ήταν πάρα πολύ μικρή, σύμφωνα με εκτιμήσεις μόλις που άγγιξε 5%

Το επόμενο βήμα που πρέπει να διεκδικήσει η νεολαία μας είναι η καθολική συμμετοχή των νέων με την διενέργεια Δημοτικών εκλογών Νεολαίας. Από τις οποίες δεν θα προκύπτει ένα συγκεντρωτικό ολιγομελές ΔΣ στα πρότυπα των Δημοτικών Εκλογών , αλλά Συμβούλια Νεολαίας σε κάθε γειτονιά, δίνοντας έτσι την δυνατότητα σε πολύ περισσότερους νέους να εκφραστούν και να έχουν μία πρώτη επαφή με τα κοινά.

Σχέσεις Κράτους - Εκκλησίας

Οι σχέσεις κράτους – εκκλησίας πρέπει να επαναπροσδιοριστούν συνολικά. Σήμερα περισσότερο από ποτέ είναι επιβεβλημένος ο διαχωρισμός των σχέσεων πολιτείας - εκκλησίας. Η Ελλάδα οφείλει να σέβεται όλες τις επίσημες θρησκείες και δώσει τη δυνατότητα στο ένα εκατομμύριο μεταναστών να έχουν ελευθερία θρησκευτικής πίστης. Ο διαχωρισμός πρέπει να είναι συνολικός:

1. Η ορθόδοξη εκκλησία πρέπει να αναλάβει πλήρως τη διαχείριση της περιουσίας της και τη μισθοδοσία των κληρικών.

2. Η διδασκαλεία των θρησκευτικών θα πρέπει να έχει αμιγώς εκπαιδευτική διάσταση και όχι κατηχητική μορφή. Αντικατάσταση του μαθήματος των θρησκευτικών στα σχολεία από μάθημα θρησκειολογίας

3. Η ορκωμοσία των βουλευτών και ο όρκος στα δικαστήρια πρέπει να γίνεται στο σύνταγμα και τους νόμους της πολιτείας.

4. Καθιέρωση προαιρετικής καύσης των νεκρών.

5. Αφαίρεση θρησκευτικών συμβόλων από τα δημόσια κτίρια.

6. Οργάνωση της εκκλησίας υπό τη μορφή νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου και κατόπιν αυτού :

§ Απόδοση της εκκλησιαστικής περιουσίας μετά από συστηματική καταγραφή της.

§ Κανονική φορολογία, εκτός βέβαια των φιλανθρωπικών της δράσεων.

§ Κατάργηση της μισθοδοσίας των ιερέων από το κράτος.

§ Απεμπλοκή του κράτους από τα της διοίκησης της εκκλησίας.

Η πολιτεία δεν μπορεί να παρεμβαίνει στα εκκλησιαστικά ζητήματα, ωστόσο οι πολίτες της, που αποτελούν το «πλήρωμα» της εκκλησίας πρέπει επιτέλους να αποκτήσουν λόγο και ψήφο στη διαδικασία επιλογής κληρικών και μητροπολιτών, σπάζοντας το απόστημα της κλειστής ιεράς συνόδου, η οποία σήμερα φαίνεται να κυριαρχείται από συντηρητισμό και να αδυνατεί να προωθήσει αυτοκάθαρση για μια σειρά σκανδάλων στα οποία εμπλέκονται θρησκευτικοί παράγοντες.